Να περιγράψει τους κύριους παράγοντες που θα επιδράσουν στην οικονομία στο απευκταίο σενάριο εξόδου από το ευρώ και να παράσχει μια κριτική ανάλυση των βασικών σημείων του μνημονίου επιχειρεί η ειδική έκδοση Μαΐου της Εθνικής Τράπεζας για την ελληνική οικονομία.
Το κρίσιμο δίλημμα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα διαμορφώνεται υπό το σημαντικό βάρος που δημιουργεί, αφενός η επώδυνη διαδικασία προσαρμογής, αφετέρου η ανάγκη συνέχισης της χρηματοδότησης στα πλαίσια μιας αμοιβαία αποδεκτής συμφωνίας με τους εταίρους, σημειώνει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου της ΕΤΕ, Παύλος Μυλωνάς.
κατεβάστε την ειδική έκδοση για την ελληνική οικονομία εδώ
κατεβάστε την ειδική έκδοση για την ελληνική οικονομία εδώ
Μια έξοδος από το ευρώ θα οδηγούσε -σύμφωνα με την ανάλυση- σε σημαντική πτώση του βιοτικού επιπέδου του Έλληνα πολίτη (μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος κατά 55% σε ευρώ) –πλήττοντας περισσότερο τους οικονομικά ασθενέστερους- μέσω της σημαντικής υποτίμησης του νέου νομίσματος (65% σε ονομαστικούς), της βαθύτερης ύφεσης (-22% σε σταθερές τιμές, επιπλέον της συρρίκνωσης κατά 14% την περίοδο 2009-2011) και της αύξησης της ανεργίας (στο 34%), ενώ το κράτος θα εξαναγκαζόταν σε νομισματική χρηματοδότηση των αναγκών του, δημιουργώντας έναν πληθωριστικό φαύλο κύκλο (πληθωρισμός άνω του 30% αρχικά, με ισχυρή ανοδική τάση στη συνέχεια, καθώς θα αυτοτροφοδοτείται από αυξήσεις τιμών εισαγόμενων αγαθών και ονομαστικών μισθών), που θα ακύρωνε σταδιακά το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα από την υποτίμηση.
Εξαιτίας της δυσκολίας πρόσβασης σε συνάλλαγμα, η χώρα θα αθετούσε το μεγαλύτερο τμήμα των υποχρεώσεων προς τους δανειστές της από το εξωτερικό (€325 δισ.), με προφανείς δυσμενείς επιδράσεις σε διακρατικό επίπεδο και στις συναλλαγές των ελληνικών επιχειρήσεων με το εξωτερικό, με αποτέλεσμα τη σημαντική υποβάθμιση του βιοτικού επίπεδου και δυσκολία πρόσβασης σε βασικά αγαθά και ειδικά σε καύσιμα, φάρμακα και αναγκαίες πρώτες ύλες. Οι προαναφερόμενες επιπτώσεις θα ήταν πολύ πιο δυσμενείς υπό ένα σενάριο μίας μη ομαλής μετάβασης στο νέο νόμισμα.
Η ΕΤΕ επισημαίνει πως η στρατηγική του οικονομικού Προγράμματος που συνοδεύει τη δανειακή σύμβαση είναι πολυδιάστατη και δε μπορεί να αντιμετωπιστεί μονοσήμαντα, με ένα υπέρ ή ένα κατά.
Συγκεκριμένα το Πρόγραμμα: i) Εξασφαλίζει χρόνο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων παρέχοντας ένα πρωτόγνωρο επίπεδο χρηματοδότησης (σχεδόν €150 δισ. έως σήμερα και άλλα €90 δις ως το 2014), με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, ενώ με την επιτυχή ολοκλήρωση του PSI, το δημόσιο χρέος μειώνεται κατά 50% του ΑΕΠ και εξασφαλίζεται σημαντική ελάφρυνση στις υποχρεώσεις πληρωμής τοκοχρεολυσίων για ολόκληρη τη δεκαετία (επιτόκιο 2% έως το 2014, μέση διάρκεια νέων ομολόγων 20 έτη). Παράλληλα, εξασφαλίζεται στήριξη ρευστότητας για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα άνω των €130 δις, μέσω του Ευρωσυστήματος. ii) Περιλαμβάνει τρεις άξονες μέτρων (διαθρωτικές αλλαγές, χρηματοπιστωτικό σύστημα, δημοσιονομική εξυγίανση) που καλύπτουν από αυτονόητες μεταρρυθμίσεις έως και μεταβολές που προκαλούν έντονες αντιδράσεις. Μεταξύ των αυτονόητων αλλαγών περιλαμβάνονται: Η πάταξη της φοροδιαφυγής, η εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος που αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους της προσαρμογής με βασικό ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Αλλαγές που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την κοινωνική στήριξη στο Πρόγραμμα περιλαμβάνουν την επέκταση της χρονικής διάρκειας προσαρμογής και την αυξημένη πρόνοια για τις πιο αδύναμες κοινωνικές ομάδες που δοκιμάζονται από την κρίση. Όπως αναφέρει η ανάλυση, οι εταίροι μας πιθανόν να αντιμετώπιζαν με μεγαλύτερη ευελιξία τις προαναφερόμενες προσαρμογές και την επιπρόσθετη χρηματοδότηση που απαιτείται (η έγκριση της οποίας θα απαιτούσε απόφαση Συμβουλίου Κορυφής και εγκρίσεις από Κοινοβούλια χωρών της Ευρωζώνης), στο βαθμό που εξασφαλιζόταν μια αξιόπιστη πολιτική δέσμευση για αποφασιστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και επίτευξη των αναπροσαρμοσμένων δημοσιονομικών στόχων.
ΠΗΓΗ :capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου